Διεθνές Κομμουνιστικό Κόμμα



Ναι, είμαστε δογματικοί

(Il Partito Comunista, n.114 del 1984)




«Επαναστάτες κομμουνιστές πρέπει να είναι εκείνοι που, έχοντας σκληραγωγηθεί συλλογικά από τις εμπειρίες του αγώνα ενάντια στους εκφυλισμούς του προλεταριακού κινήματος, πιστεύουν ακράδαντα στην επανάσταση και την επιθυμούν έντονα, αλλά όχι σαν κάποιον που πιστεύει ότι μπορεί να διεκδικήσει μια πίστωση, να περιμένει μια οφειλόμενη πληρωμή και θα βυθιζόταν στην απελπισία και την αποθάρρυνση αν η οφειλόμενη ημερομηνία καθυστερούσε μόνο για μια μέρα».

Έτσι γράψαμε στο Κόμμα και Ταξική Δράση το 1921. Έκτοτε, όχι μία αλλά χίλιες ημερομηνίες έχουν παρέλθει, σε βαθμό που όλοι όσοι είναι ανυπόμονοι ή δύσπιστοι απέναντι στην Επανάσταση δεν βρίσκονται πλέον σε απόγνωση για την “ανεξήγητη” καθυστέρησή της, αλλά ισχυρίζονται πλέον ανοιχτά ότι η ίδια η “πραγματικότητα” θα διαψεύσει τον Μαρξισμό, αναγκάζοντας εμάς – τους “ταλμουδικούς”, τους “δογματικούς”, τους “αιρετικούς” – να σταθούμε μακριά από την πραγματικότητα και την πραγματική ζωή των μαζών. Αυτές είναι κατηγορίες που πάντα διατυπώνονταν κατά των μαρξιστών σε όλη την ιστορία και κορυφώθηκαν στην παρούσα ιστορική φάση της απόλυτης κυριαρχίας της αστικής τάξης, η οποία ξεκίνησε ακριβώς με τον σταλινικό εκφυλισμό της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ένας ακρογωνιαίος λίθος της οποίας υποστήριζε ότι το Κόμμα πρέπει πάντα, σε κάθε περίπτωση, “να ευθυγραμμίζεται με τις μάζες”. Έχουμε διαψεύσει συστηματικά τέτοιες κατηγορίες, αλλά έχουμε επίσης επιβεβαιώσει αποφασιστικά από τα πρώτα κιόλας βήματα αυτού του νέου εκφυλισμού, σε αντίθεση με την αντίληψη ότι το Κόμμα πρέπει πάντα να ευθυγραμμίζεται “με τις μάζες”, ότι το προλεταριάτο δεν είναι τάξη χωρίς το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο είναι και παραμένει τέτοιο μόνο αν ξέρει να διατηρεί άθικτη, ειδικά σε προλεταριακές ήττες, την επαναστατική θεωρία και τα επαναστατικά προγράμματα.

Ακριβώς σε μια τέτοια αποφασιστική θέση ο αμεσοτικός οπορτουνισμός μας βλέπει να βρισκόμαστε “έξω από την πραγματικότητα” και η “δογματική” επιβεβαίωση του κομμουνισμού μας να αντιτίθεται στην ίδια την πραγματικότητα.

Αλλά πώς εξηγούν ότι μόνο ο “δογματικός” κομμουνισμός είναι ικανός να δώσει μια υλιστική εξήγηση της πραγματικότητας, ενώ όλες οι άλλες “πιο ρεαλιστικές” απόψεις την έχουν ρητά αποκηρύξει; Ξεκίνησαν με τον ισχυρισμό ότι ήταν “πιο κοντά” στις μάζες. Με ρίζες στον σκληρό οπορτουνισμό, ισχυρίστηκαν ότι το συγκεντρωτικό κόμμα και το κράτος θα θυσίαζαν την “αυτονομία” του προλεταριάτου. Υποστήριξαν ότι η θεωρία της πρωταρχικής λειτουργίας του Κόμματος στην Επανάσταση, και μέσα από την ιστορική περίοδο που θα τελειώσει με την καταστροφή της παγκόσμιας αστικής τάξης, εμποδίζει την ίδια την Επανάσταση. Η θέση-θεώρημά μας είναι αντίθετη και ακριβής: μόνο το Κόμμα κατέχει τη συνείδηση της μελλοντικής ιστορικής πορείας και τη βούληση να επιτύχει συγκεκριμένους στόχους, για τους οποίους η εξέγερση, η διακυβέρνηση, η δικτατορία και ο οικονομικός σχεδιασμός της τάξης αποτελούν καθήκοντα του Κόμματος και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, σε όλη τη μακρά ιστορική πορεία της προς την Επανάσταση, η τάξη βασίζεται όλο και περισσότερο στο Κόμμα, διακρίνοντάς το από άλλες παροδικές οντότητες. Έτσι, “η τάξη είναι τέτοια μόνο στο βαθμό που έχει το Κόμμα».

Η Επανάσταση είναι το πιο αυταρχικό γεγονός που υπάρχει, όπως πάντα υποστηρίζαμε. Είναι προφανές σε όλους ότι η εξουσία της αστικής τάξης συγκεντρώνεται στο κράτος της.

Πού στηρίζεται η εξουσία του προλεταριακού ταξικού κινήματος; Το σώμα των επαναστατών εργατών σε όλες τις χώρες δεν περιορίζεται από το χρόνο ή το χώρο και δεν κάνει διάκριση μεταξύ φυλών, εθνών, επαγγελμάτων ή ακόμη και γενεών. Πρόκειται για μια τεράστια σύγκλιση αγωνιστών της επανάστασης του συνεκτικού σχηματισμού από όλα τα εδάφη και όλες τις ηλικίες. Και ο μόνος φορέας που επιτρέπει τη ζωντανή σύνθεσή του είναι το πολιτικό κόμμα, το διεθνώς εδραιωμένο Κομμουνιστικό Κόμμα.

Στις Βασικές Αρχές του Επαναστατικού Κομμουνισμού, γράψαμε:

«Επομένως, το Κόμμα και το Κράτος βρίσκονται στο επίκεντρο της μαρξιστικής άποψης. Είτε την αποδέχεστε είτε την απορρίπτετε. Η αναζήτηση της τάξης έξω από το Κόμμα και το Κράτος της είναι σπατάλη ενέργειας, και το να τα στερείς από την τάξη σημαίνει να γυρίσεις την πλάτη στον κομμουνισμό και την επανάσταση».

Σε αυτό έγκειται η ουσία του οράματός μας, και γι’ αυτό υποστηρίζουμε ένα σώμα διδασκαλίας που δεν επιτρέπεται σε κανέναν να αλλάξει καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορικής πορείας από την εμφάνισή του μέχρι την εξαφάνιση των τάξεων. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε “δογματικοί”; Ποτέ δεν υποκύψαμε σε μια τέτοια κατηγορία, αλλά ταυτόχρονα πάντα αποκαλύπταμε την απατηλή σύγχυση που η αστική τάξη και ο οπορτουνισμός κρύβουν ύπουλα στην ίδια την έννοια του δόγματος. Σχετικά με αυτό, γράψαμε στην Οικονομική και Κοινωνική Δομή της Ρωσίας σήμερα (Πρώτο μέρος, 95):

«Το δόγμα προέκυψε σε μια καθορισμένη εποχή και κοινωνία ως το πρώτο έμβρυο της επιστήμης, και μάλιστα όχι μιας αφηρημένης επιστήμης, αλλά μιας επιστήμης που ήταν βοηθητική για την πράξη: τόσο για να παραδώσει τις παραδόσεις της πράξης (της εμπειρίας, ακόμη και της πρωτόγονης κοινωνικής δραστηριότητας), όσο και ως βάση πρακτικών κανόνων, ενός ηθικού κώδικα. Η δογματική μορφή προέκυψε από τα συμφέροντα των τάξεων που ήθελαν να διατηρήσουν μια κοινωνική δομή και τον έλεγχό της. Η θρησκεία δεν είναι για μας και δεν εμφανίζεται ως απάντηση στην ανάγκη να κατανοήσουμε τον κόσμο, αλλά στην πολύ παλαιότερη και απορροφητικότερη ανάγκη για τον έλεγχο της κοινωνίας».

«Στην ουσία για έναν μαρξιστή, τα δόγματα, ιστορικά, ήταν οδηγοί δράσης. Η φράση ότι ο μαρξισμός δεν είναι δόγμα αλλά οδηγός δράσης είναι επομένως ανοησία, όταν λέγεται από έναν μαρξιστή».

«Μας εκθέτει στο να συγχεόμαστε με δύο αστικές θέσεις: η μία ότι η σημερινή ταξική επιστήμη έχει αναδυθεί από τα δεσμά του αποκαλυπτικού και αυταρχικού δόγματος, και έτσι κάνει ίσους νόμους για τους αστούς κυρίαρχους μας και για εμάς. Η άλλη ότι με την καταδίκη των ιδεοληπτικών δογμάτων ότι ήταν να γίνει για το δικαίωμα στην καθοδήγηση της ανθρώπινης δραστηριότητας, έχει ήδη γίνει και η περίοδος των επαναστάσεων έχει τελειώσει»

Η έννοια του δόγματος, ως αλήθεια που αποκαλύπτεται από μια υπερφυσική οντότητα που οι κοινοί θνητοί δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι κατανοούν αλλά μόνο να σέβονται και να επαναλαμβάνουν, είναι μια έννοια κοινωνικά και ιστορικά νεκρή και θαμμένη. Με αυτή την έννοια, ο μαρξισμός είναι η απόλυτη άρνηση κάθε δογματισμού. Ωστόσο, ακριβώς για να αποφευχθεί η σύγχυση με τον υποτιθέμενο αντιδογματισμό της αστικής τάξης, ο μαρξισμός διακήρυττε πάντα ότι η αλήθεια στην ταξικά διαιρεμένη κοινωνία είναι ταξική αλήθεια. Επομένως, σε αντίθεση με την αλήθεια της άρχουσας τάξης, η επαναστατική τάξη έχει μόνο να επιβάλλει τη δική της αλήθεια. Είναι ακριβώς ένας τέτοιος ισχυρισμός που, αρνούμενος την αντίθετη αλήθεια, εμφανίζεται δογματικός σε όλους εκείνους που αναζητούν την “απόλυτη αλήθεια”. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν είναι ότι η αλήθεια της άρχουσας τάξης είναι επίσης μια αλήθεια και μπορεί να διαψευστεί μόνο από την αντίθετη αλήθεια, την επαναστατική αλήθεια. Ιδιαίτερα σε μη επαναστατικές εποχές, για να αποτραπεί η πλήρης συσκότιση της τελευταίας από την εύκολα αναγνωρίσιμη και υιοθετήσιμη αλήθεια της κυρίαρχης τάξης, καθίσταται απαραίτητο, αν χρειαστεί, να το υποστηρίξουμε δογματικά. Αυτός είναι ο “δογματισμός” και ο “σεχταρισμός” τόσο δικός μας όσο και του Λένιν: η βεβαιότητα ότι κάθε αλήθεια της αστικής τάξης αντιτίθεται σε μια προλεταριακή αλήθεια ακόμη και όταν αυτό είναι δύσκολο να διακριθεί με τα μέσα ανάλυσης που μπορεί να διαθέσει μόνο η αστική τάξη η ίδια. Οι αντίπαλοί μας πάντα έλεγαν ότι αυτό σημαίνει άρνηση της “πραγματικότητας”, αλλά πάντα τους αφήναμε να παραμιλούν και προχωρούσαμε μπροστά.

Ένα από τα σπουδαιότερα παραδείγματα “αντιδογματισμού”, που αντιτίθεται σφόδρα στη μέθοδό μας, ήταν το περίφημο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956. Ο λεγόμενος “δημιουργικός μαρξισμός”, που κάποτε υπερασπιζόταν ο Στάλιν, έφτασε στα άκρα με κατηγορίες εναντίον του ίδιου του Στάλιν για “δογματισμό”, υποστηριζόμενες από αποσπάσματα του Λένιν – αποσπάσματα που τον παραποίησαν πολύ χειρότερα από τον Στάλιν. Δημοσιεύσαμε σχόλια για αυτόν τον περεταίρω εκφυλισμό των μαρξιστικών αρχών στο Διάλογο με τους Νεκρούς ακριβώς για να υπογραμμίσουμε ότι δεν θα μπορούσαμε πλέον να έχουμε καμία σχέση με τους ζωντανούς όπως είχαμε κάποτε με τον ίδιο τον Στάλιν, έστω και αν ήταν σκληρή μάχη.

Ο Χρουστσόφ επιβεβαίωσε: «Η θεωρία δεν είναι μια συλλογή απολιθωμένων δογμάτων και τύπων, αλλά ένας μαχητικός οδηγός δράσης. Η θεωρία χωριστά από την πράξη είναι νεκρή. Και ο Μικογιάν σε μια αντίκρουση: Οι περισσότεροι από τους θεωρητικούς μας επαναλαμβάνουν και μεταμφιέζουν σε διαφορετικές μορφές ήδη γνωστά αποφθέγματα, τύπους και θέσεις. Και ο Σουσλόφ: Η εργασία μας γίνεται με μηχανική επανάληψη γνωστών τύπων και θέσεων, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται σχολαστικοί, δογματικοί, αποκομμένοι από τη ζωή. Η προπαγάνδα μας κατευθύνεται προς το παρελθόν, προς την ιστορία, εις βάρος της πραγματικότητας».

Για τον μαρξισμό, αυτά τα άτομα όχι μόνο είναι στην πραγματικότητα όλα νεκρά στο παρόν, αλλά ήταν πάντα νεκρά, παρόλο που, όσο ζούσαν, είχαν το θράσος να αναφέρουν τον Λένιν από τα πρώιμα έργα του, όπου δήλωνε ότι η θεωρία του Μαρξ δεν πρέπει να θεωρείται κάτι ολοκληρωμένο και αφηρημένο, επειδή περιέχει τις γενικές οδηγίες που ισχύουν ιδιαίτερα για την Αγγλία. Σχολιάζουμε λοιπόν στον παραπάνω Διάλογο αυτόν τον αμφίβολο ισχυρισμό τους:

«... Ο Λένιν βρισκόταν τότε σε σφοδρή διαμάχη με δύο πτέρυγες του ρωσικού αντιτσαρικού κινήματος: τους λαϊκιστές, που αρνούνταν να δεχτούν τον μαρξισμό, υποστηρίζοντας ότι στη Ρωσία οι ιδιοκτήτες αγρότες και όχι οι εργάτες είχαν το καθήκον του σοσιαλισμού – και τους νόμιμους μαρξιστές, οι οποίοι, με τη συνήθη εκδοχή της οικονομικής Αγγλίας και της πολιτικής Ευρώπης, έβγαλαν από τον μαρξισμό το συμπέρασμα ότι στη Ρωσία, προκειμένου να αγωνιστούν κατά των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ήταν απαραίτητο να κρατήσουν μια ουδέτερη νομιμότητα απέναντι στην απολυταρχική κυβέρνηση. Ο Λένιν έπρεπε από τότε να οικοδομήσει την επαναστατική μέθοδο που ένωνε την άμεση ένοπλη δράση με τους προλεταριακούς ταξικούς στόχους, και έθεσε σε αυτές τις δύο πτέρυγες τα θεμέλια του μνημειώδους ιστορικού του οικοδομήματος».

«Ο νεαρός Λένιν δεν θα μπορούσε να γνωρίζει, όπως εμείς, από τον ενήλικα Λένιν, ότι η θεωρία είναι, ευθύς εξαρχής, “ολοκληρωμένη και αφηρημένη”, και όποιος εγκαταλείπει ένα κομμάτι της, την χάνει όλη. Ωστόσο, ήδη από τη νεανική του σκέψη, οι ακρογωνιαίοι λίθοι και οι γενικές οδηγίες, που ισχύουν παντού, τοποθετούνται στο κέντρο της θεωρίας του Μαρξ. Ποιοι είναι αυτοί; Όλο το έργο και η ίδια η ζωή του Λένιν, και όχι δύο προτάσεις […] Το δικαίωμά μας να κρατήσουμε τον Λένιν στην μεριά των “δογματικών” έγκειται στο γεγονός ότι ο ίδιος, όσο ζούσε, κρατούσε αυτόν τον όρο ως τίτλο τιμής και ως αντίθετο του οπορτουνιστή και του “ελεύθερου κριτικού”».

Η ιστορία της “αντιδογματικής” εκστρατείας δεν τελείωσε το 1956. Κάθε άλλο, αυτό ήταν πάντα το ρεφρέν του αμεσοτικού οπορτουνισμού, και ακόμα χειρότερα όταν ποζάρει ως “αριστερισμός”. Τέτοιες τάσεις προσπαθούν αδιάκοπα να παρουσιάσουν τις μη παραγωγικές οργανωτικές μας επιλογές ως ενδεικτικές μιας κρίσης της μεθόδου μας, και ειδικότερα της οργανωτικής μας αρχής που ονομάζουμε “οργανικό συγκεντρωτισμό”, η οποία για τους περισσότερους είναι απλώς ένα κόλπο για να συγκαλύψουμε τον “γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό”. Μας καλούν να εγκαταλείψουμε επιτέλους τον “σεχταρισμό” μας και να πάρουμε επιτέλους το δρόμο του “διαλεκτικού υλισμού”, δηλαδή να εγκαταλείψουμε την παράδοση της Αριστεράς για να αγκαλιάσουμε άλλες “πιο γνήσιες” επαναστατικές παραδόσεις. Η μέγιστη προσπάθεια μιας τέτοιας φυλής, που έχει ανέβει την κομμουνιστική σκάλα μόνο το ένα χιλιοστό των σκαλοπατιών, συνίσταται στο να κηρύξει στους ανελεύθερους κομμουνιστές: ζηλέψτε τους καταπιεστές σας, μιμηθείτε τους και απελευθερωθείτε! Με λίγα λόγια, ο στόχος τους δεν είναι να κατευθύνουν το επαναστατικό προλεταριάτο ενάντια στην καπιταλιστική κοινωνία αλλά αντιθέτως αντλούν το πολιτικό τους δόγμα από την ύστερη αστική επανάσταση και δεν συνειδητοποιούν ότι οι έστω και αξιοσέβαστες αστικές αρχές της επαναστατικής εποχής είναι πλέον αξιοθρήνητα κομμάτια.

Σύμφωνα με αυτούς, η διαλεκτική, αντικαθιστώντας τον λεγόμενο “σεχταρισμό” μας, θα πρέπει να μας διδάξει ότι δεν έχουμε το μονοπώλιο στον αγώνα για την κομμουνιστική συνείδηση. Αντιθέτως, πολλές ομάδες και κόμματα ηγούνται αυτού του αγώνα και εμείς δεν το αντιλαμβανόμαστε αυτό ακριβώς επειδή πάσχουμε από την ασθένεια του δογματισμού και του σεχταρισμού. Αν τότε τους ρίξουμε κατάμουτρα το γεγονός ότι όλοι όσοι πιστεύουν ότι ο κομμουνισμός συνίσταται στην προσβλητική απελευθέρωση του ανθρώπου σαν άτομο και όχι στην ενσωμάτωση των ατόμων σε μια κοινωνία που θα είναι τελικά ανθρώπινη και δεν θα βασίζεται στην ταξική καταπίεση, και άρα στην κατάφαση όχι του ατόμου αλλά του ανθρώπινου είδους, προσθέτουν στην κατηγορία του δογματισμού εκείνη της ουτοπίας και της επιστημονικής τύφλωσης. Υποστηρίζουν ότι η σύγχρονη επιστήμη, που έχει τις ρίζες της στις αστικές αξίες, ανυψώνει τόσο πολύ το ανθρώπινο πρόσωπο σε βαθμό που να καθιστά το κάθε άτομο το κέντρο του σύμπαντος. Και επειδή η επιστήμη είναι πάντα “νέα”, δεν θα ήμασταν μόνο δογματικοί, σεχταριστές, ουτοπιστές, αλλά και ταλμουδιστές. Πάντα αντιτείνουμε πεισματικά και εξακολουθούμε να αντιτείνουμε ότι, αντίθετα, αν γράφαμε το εγχειρίδιο της μαρξιστικής φιλοσοφίας, θα καλωσορίζαμε σε αυτό αυτή την καλά θεμελιωμένη φόρμουλα: “Η επιστήμη είναι επανάληψη του παλιού”.

Ας συνεχίσουν οι αντίπαλοί μας να βλέπουν σε αυτό έναν καθαρό και απλό “δογματικό μυστικισμό” – ως συνήθως, δεν θα αλλάξουμε ούτε ένα κόμμα ούτε στο πρόγραμμά μας ούτε στη μέθοδο εργασίας μας, πόσο μάλλον στην αναθεώρηση της αρχής του οργανικού συγκεντρωτισμού.

Στη σύγκρουση για την πολιτική εξουσία, το προλεταριάτο θα χρειαστεί ένα σώμα που θα εκπροσωπεί την εξουσία του και θα γνωρίζει πώς να ενεργεί με ενιαίο και συνεκτικό τρόπο, ώστε η προλεταριακή δράση να έχει τη μέγιστη επαναστατική αποτελεσματικότητα.

Μια τέτοια στάση, η οποία, εκτός από τη συνοχή και την αποφασιστικότητα στη δράση, πρέπει επίσης να διαθέτει την ικανότητα να αξιολογεί επαρκώς τις ιστορικές μεταβάσεις, εξαρτάται από το να τις έχει προβλέψει από καιρό και να έχει προετοιμαστεί θεωρητικά γι’ αυτές. Εδώ είναι το υλιστικό, και καθόλου μυστικιστικό, νόημα του επίμονου κομματικού μας έργου, το οποίο έχει στη φωτεινή νίκη του Οκτώβρη ένα πολύτιμο και θεμελιώδες ιστορικό σημείο αναφοράς. Αυτό είναι το έργο ενός και μόνο Κόμματος, το οποίο διεξάγεται με σταθερή και συνεχή αντιπολίτευση σε αυτό όλων των άλλων. Το συμπερασματικό μας θεώρημα είναι επομένως ξεκάθαρο: είναι ψευδές ότι ο υγιής δογματισμός μας και ο υγιής σεχταρισμός μας μας εμποδίζουν να δούμε τη ζωή που ρέει γύρω μας – αντίθετα, είναι αλήθεια ότι αποτελούν ακριβώς την προϋπόθεση τόσο για να αναγνωρίσουμε σήμερα σε αυτή τη ζωή τη ζωή του ταξικού αντιπάλου, όσο και για να επιβεβαιώσουμε αύριο τη ζωή του προλεταριάτου και του ανθρώπινου είδους πάνω στο θάνατο της αστικής τάξης και του οπορτουνισμού.